You are currently viewing Πλατεία Ωρολογίου ή Πλατεία Ρακτιβάν

Πλατεία Ωρολογίου ή Πλατεία Ρακτιβάν

Ποιος είναι ο Κωνσταντίνος Ρακτιβάν που έδωσαν το όνομά του στη πλατεία;

Γεννήθηκε στο Μάντσεστερ της Αγγλίας και ήταν γιος του εμπόρου Δημητρίου Ρακτιβάν (στην Αγγλία χρησιμοποιούσε το επώνυμο Ρακτιβάντ-Ractivand), με καταγωγή από τη Βέροια, και της Μαρίας Ισμηρίδου. Αδερφός του ήταν ο Εμμανουήλ Ρακτιβάν, ανώτατος αξιωματικός του Ελληνικού Στρατού ενώ αδελφή του η Σμαράγδα Ρακτιβάν, σύζυγος Θησέα Δημαρά και μητέρα του Κωνσταντίνου Δημαρά. Έζησε για ένα διάστημα στην Κωνσταντινούπολη όπου ήταν εγκατεστημένος ο πατέρας του και σε ηλικία 12 ετών, το 1877, μετακόμισε στην Αθήνα.

Σπούδασε νομική στο Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, του οποίου έγινε διδάκτωρ το 1884. Ακολούθησε καριέρα δικαστικού διατελώντας την περίοδο 1887-1889 πρωτοδίκης Σύρου αλλά στη συνέχεια ιδιώτευσε με μεγάλη επιτυχία ως δικηγόρος και θεωρούνταν ένας από τους πιο επιτυχημένους νομικούς της εποχής. Το 1910 εκλέχτηκε για πρώτη φορά βουλευτής Αττικής, ενώ επανεκλέχτηκε το 1915. Το 1911 ορίστηκε εισηγητής στην αναθεώρηση του συντάγματος. Το 1912 διορίστηκε υπουργός δικαιοσύνης στην κυβέρνηση Βενιζέλος, κλείνοντας το δικηγορικό του γραφείο, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 1915. Την περίοδο 1912-1913 ήταν αντιπρόσωπος της ελληνικής κυβέρνησης στη Μακεδονία με σκοπό την οργάνωσή της.

Το έτος 1918, η κατάσταση με την οποία ήρθαν αντιμέτωποι οι Έλληνες στρατιωτικοί και πολιτικοί αμέσως μετά την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας, αλλά και της Δυτικής Θράκης λίγο αργότερα, μετά από την Βουλγαρική κατοχή ελληνικών εδαφών (1916-1918) ήταν τραγική. Ο ίδιος ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος υπήρξε αυτόπτης μάρτυρας της κατάστασης, επισκεπτόμενος άμεσα τις Σέρρες, όπου αντιπροσωπεία των κατοίκων, παρουσίασε αναλυτικά τα δεινά της βουλγαρικής κατοχικής διοίκησης. Μια από τις πρώτες μέριμνες της ελληνικής διοίκησης ήταν ο επισιτισμός της περιοχής. Ανώτεροι κρατικοί υπάλληλοι, όπως ο Κωνσταντίνος Ρακτιβάν και ο Αναστάσιος Αδοσίδης, στάλθηκαν επί τόπου προς συντονισμό της ανθρωπιστικής αποστολής για τον ελληνικό πληθυσμό που μαστιζόταν από φτώχεια και επικίνδυνες συνθήκες διαβίωσης. Από κοινού δραστηριοποιούνταν και ανθρωπιστικές αποστολές συμμαχικών δυνάμεων καθώς και ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός με επικεφαλής την Πηνελόπη Δέλτα και την Έλλη Αδοσίδου. Συσσίτια, πρόχειρα νοσοκομεία και διανομή ιατροφαρμακευτικού εξοπλισμού υπήρξαν οι πρώτες ενέργειες για την αντιμετώπιση της κρίσης.

Την περίοδο 1918-1920 διετέλεσε υπουργός εσωτερικών και αντιπρόεδρος της τότε κυβέρνησης.

Μετά την πολιτικά ταραγμένη περίοδο των ετών 1920 – 1922, επανήλθε στην πολιτική ζωή το 1923, με την εκλογή του ως προέδρου της Δ΄ συντακτικής συνέλευσης.

Ήταν ιδρυτικό μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, του οποίου διετέλεσε αντιπρόεδρος (1909) και πρόεδρος (1910-1912), και ιδρυτικό μέλος και πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, απ’ όπου παραιτήθηκε λίγο καιρό πριν τον θάνατό του. Με την συντακτική πράξη ίδρυσης της Ακαδημίας Αθηνών, το 1926, διορίστηκε τακτικό μέλος αυτής αλλά απείχε εκούσια από τις εργασίες της μέχρι το 1929, αναμένοντας τον διορισμό από νόμιμα εκλεγμένη κυβέρνηση. Το 1933 εκλέχτηκε πρόεδρος της Ακαδημίας. Προς τιμήν του, η κεντρική πλατεία της Βέροιας, απ’ όπου καταγόταν, έχει πάρει την ονομασία Πλατεία Ρακτιβάν, αν και συνήθως αναφέρεται από τους κατοίκους της πόλης με την παλιότερη ονομασία «Πλατεία Ωρολογίου» ή «Ρολόι». Έξωθεν του δικαστικού μεγάρου της πόλης, που βρίσκεται στην πλατεία αυτή, αλλά και έξω από το δημαρχείο της Βέροιας βρίσκονται προτομές του μεγάλου πολιτικού.

Απεβίωσε το 1935 στην Αθήνα.

Βικιπαίδια

Κωνσταντίνος Ρακτιβάν